
1940 - 1949 Η κρίσιμη δεκαετία μέσα από τις αναμνήσεις μου...
Περιγραφή:
Πάνε ένα βράδυ μερικοί οργανωμένοι και μερικοί επικεφαλής που ξέρανε ότι είναι Κομμουνιστές (ο κόσμος δεν το ήξερε). Ήτανε μία ταβερνούλα στο χωριό μου. Στην Πλατειούλα. Εκεί υπήρχε παλιά ένα κτήριο Δημοτικό, και ήταν σαν Λέσχη (γιατί θυμάμαι ότι υποδέχθηκαν τον Μεταξά εκεί, εγώ ήμουνα μικρό παιδί). Ήταν η λέσχη του χωριού. Και μετά ήτανε Σχολείο αυτό.
Ο Διομήδης ο καημένος, που ήτανε στον Ζέρβα και είχε έρθει, ήξερε ότι το ΕΑΜ είναι Κομμουνιστές. Εμείς ακόμα δεν ξέραμε τίποτε. Και ήτανε μόνος του. Δηλαδή ο πατέρας του και η μάνα είχαν πεθάνει, ο αδελφός του ήταν στην Αθήνα.
Αυτός ήταν στον Ζέρβα και είχε έλθει με άδεια. Και πάνε, όπως σουρούπωνε, ένας χωριανός Σκλαβουνάκης (έχει πεθάνει τώρα). Να φανταστείτε τον πατέρα του, το παρατσούκλι του ήταν "Ηρώδης", παλαιά κακούργοι άνθρωποι. Ο Διομήδης ήταν στην ταβέρνα και, δεν θυμάμαι, τι του είχαν φτιάξει να φάει. Ή πατάτες ή αυγά.
Κάτι τέτοιο.
Και ήταν το τραπέζι δίπλα από την πόρτα, όπου έμπαινε μέσα. Πάει λοιπόν εκείνος ο Σκλαβουνάκης, που είχε αναλάβει με ένα άλλο, και λέει "Διομήδη, μπορούμε να σου πούμε;". Ανοιχτή η πόρτα απ' έξω.
Και ο Διομήδης τους απαντάει: "Παιδιά, δεν έχω δουλειά με εσάς, καμμία".
Ήξερε ότι είναι κάτι άλλο. Και λένε "Να σου πούμε, θέλουμε. Δεν θα σε φάμε".
Και βγαίνει έξω ο Διομήδης. Αυτοί κρυφά του βγάζουν τα πιστόλια. "Προχώρα και μη μιλάς". Σούρουπο.
Δεν πήρε χαμπάρι κι ο κόσμος καλά.
Τον πήρανε, τον πήγανε και τον εκτελέσανε τον Διομήδη. Γιατί ήταν αντάρτης του Ζέρβα.